Στην ενδυνάμωση του παραγωγικού ιστού της χώρας μπορεί να συμβάλει ο κλάδος των αλκοολούχων, όπως τόνισε ο διοικητής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) Γεώργιος Πιτσιλής από το βήμα ημερίδας της ετήσιας γενικής συνέλευσης των μελών του Συνδέσμου Ελλήνων Παραγωγών Αποσταγμάτων Αλκοολούχων Ποτών (ΣΕΑΟΠ) που πραγματοποιήθηκε σήμερα (05/06) σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας.
«Σήμερα, στο τέλος της πορείας των μνημονίων, βρισκόμαστε σε μια συγκυρία που είναι ανάγκη να εξελίξουμε τους τρόπους δράσης μας τόσο για την προστασία των επιχειρήσεων όσο και για την αντιμετώπιση φαινομένων λαθρεμπορίας» ανέφερε ο κ. Πιτσιλής και συνέχισε «χρειαζόμαστε ένα σύγχρονο μοντέλο ανάπτυξης. Χύμα προϊόντα που παράγονται, διακινούνται και αποθηκεύονται χωρίς να καλύπτουν προδιαγραφές ασφαλείας και χωρίς να ενσωματώνουν γνώσεις, εργασία, υποδομές τεχνολογίες, μπορούν μεν να συντηρήσουν μια ελάχιστη οικονομική δραστηριότητα επιβίωσης αλλά δεν μπορούν να οδηγήσουν μια χώρα σε ανάπτυξη. Η ανάπτυξη χρειάζεται μονάδες οι οποίες υιοθετούν γρηγορότερα τις νέες τεχνολογίες, απασχολούν σημαντικό αριθμό εργαζομένων, διαχέουν την τεχνογνωσία στις μικρότερες επιχειρήσεις, παρέχουν υπεργολαβίες και δημιουργούν νέες συνεργασίες και νέα εταιρικά σχήματα».
Ο κ. Πιτσιλής στην ομιλία του αναφέρθηκε στους πυλώνες δράσης της ΑΑΔΕ. Επεσήμανε, μεταξύ άλλων, ότι έχουν επιταχυνθεί οι διαδικασίες επιστροφής του πιστωτικού υπολοίπου του ΦΠΑ στις επιχειρήσεις, ενώ εντείνονται οι προσπάθειες διενέργειες προληπτικών ελέγχων.
«Το 2018 είναι η δεύτερη χρονιά που αναπτύσσουμε ειδικό επιχειρησιακό σχέδιο ελέγχου αλκοολούχων προϊόντων. Ωστόσο ο έλεγχος της λαθρεμπορίας και της εν γένει σκιώδους οικονομίας δεν αντιμετωπίζεται αποσπασματικά, χρειάζεται συνέργειες και τη συμμετοχή όλων μας. Σε αυτό το κομμάτι έχουμε επενδύσει πολύ, ιδίως μέσω του συντονιστικού επιχειρησιακού κέντρου για το λαθρεμπόριο. Με το κέντρο αυτό έχουν δημιουργηθεί προϋποθέσεις σύνθεσης των δυνάμεων όλων των διωκτικών αρχών σε ένα ενιαίο δίκτυο συνεργειών που θα επιτρέπει την καταστολή οργανωμένου δικτύων λαθρεμπορίου» επεσήμανε ο κ. Πιτσιλής.
Ανέφερε επίσης, ότι ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης, τις επιλογές του καταναλωτή αναφορικά με τα αλκοολούχα ποτά τείνει να βαραίνει η τιμή σε σχέση με την ποιότητα. Πολλές φορές αγοράζει παραποιημένα ή και επικίνδυνα προϊόντα χωρίς να υπολογίζει το μακροχρόνιο κόστος αυτής της επιλογής τόσο για την υγεία του, όσο και για την οικονομία συνολικότερα.
«Χρειάζεται να ευαισθητοποιήσουμε και να ενεργοποιήσουμε τους καταναλωτές για τις επιπτώσεις στην αγορά. Σε αυτό το πλαίσιο, γίνεται προσπάθεια από το υπουργείο Οικονομίας να ενεργοποιηθεί το εθνικό συμβούλιο καταναλωτή και αγοράς και να σχεδιάσει δράσεις ενημέρωσης των καταναλωτών για μια σειρά κρίσιμων θεμάτων, όπως το παραεμπόριο και το λαθρεμπόριο» τόνισε ο κ. Αυλωνίτης.
Στην ομιλία του ο κ. Αυλωνίτης έκανε ιδιαίτερη αναφορά στο ελληνικό σήμα και πως αυτό μπορεί να βοηθήσει περαιτέρω στην ανάπτυξη του κλάδου. Τόνισε δε, ότι το ελληνικό σήμα πιστοποιεί με συγκεκριμένες διαδικασίες προϊόντα τα οποία έχουν παραγωγή στην Ελλάδα. Η πιστοποίηση είναι αυστηρή αλλά διασφαλίζει παραγωγούς και καταναλωτές τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.
«Ο κλάδος των αλκοολούχων είναι προνομιακός για να ενταχθεί σε ένα τέτοιο πρόγραμμα και γίνονται προσπάθειες από το υπουργείο το ελληνικό σήμα να αναδειχθεί και να γίνει το κτήμα των εμπορικών επιχειρήσεων και των παραγωγών ώστε να υπάρξουν οφέλη και για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου».
Ο πρόεδρος του ΣΕΑΟΠ, Νίκος Καλογιάννης ανέφερε από την πλευρά του ότι ο κλάδος, παρά τις δυσκολίες, προχωρά και έχει μεγάλες δυνατότητες. «Έχουμε μια πολύ καλή πρώτη ύλη που είναι η ελληνική άμπελος, έχουμε πολύ καλή τεχνογνωσία, παράδοση στην απόσταξη και στην παραγωγή προϊόντων αποσταγμάτων και ποτών και ο δρόμος μας είναι μεγάλος ιδίως αυτή την εποχή που οι περισσότεροι από εμάς έχουμε απευθυνθεί στο εξωτερικό και οι εξαγωγές μας ανεβαίνουν κάθε χρόνο σταθερά».
Σύμφωνα με τον κ. Καλογιάννη, οι προκλήσεις για τον κλάδο της ελληνικής παραγωγής αλκοολούχων είναι πολλές και σε αυτές περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, η υπερφορολόγηση των αλκοολούχων ποτών, το λαθρεμπόριο και η έξαρση της κυκλοφορίας αγνώστου προέλευσης ποτών, ανεξέλεγκτης ποσότητας και ποιότητας , η προστασία των προϊόντων σαν προστατευόμενες γεωγραφικές ενδείξεις έναντι τρίτων χωρών και η διατήρηση της προστασίας του μειωμένου φόρου για το τσίπουρο.
Στις προτάσεις του κλάδου της ελληνικής παραγωγής αλκοολούχων περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, ο σταδιακός εξορθολογισμός του ΕΦΚΟΠ, η αντιμετώπιση του λαθρεμπορίου, η έμφαση στην ανάπτυξη επώνυμων προϊόντων και η προστασία της υγείας του καταναλωτή.
Στη συνεισφορά και τις προοπτικές του κλάδου αλκοολούχων ποτών στην Ελλάδα αναφέρθηκε ο Νίκος Βέττας, γενικός διευθυντής του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ). Όπως τόνισε είναι πολύ σημαντική η συμβολή του στην ελληνική οικονομία σε όρους απασχόλησης με πάνω από 31.000 εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης. Βάσει στοιχείων έρευνας του ΙΟΒΕ για τον αντίκτυπο του κλάδου στην ελληνική οικονομία το 2016, στο δημόσιο ταμείο περιήλθαν περίπου 461 εκατ. ευρώ (281 εκατ. ευρώ έσοδα από ΕΦΚ και 180 εκατ. ευρώ έσοδα από ΦΠΑ).
Παράλληλα, η μείωση των εισοδημάτων με την ταυτόχρονη αύξηση της φορολογίας έχουν προκαλέσει σημαντική πτώση της κατανάλωσης. Συγκεκριμένα, στο ούζο το 2016 η κατανάλωση περιορίστηκε στα 823 χιλ. 9λιτρα κιβώτια, στο επίσημο τσίπουρο στα 310 χιλ. 9λιτρα κιβώτια και στα λοιπά αλκοολούχα η κατανάλωση το 2016 ήταν 2,8 εκατ. 9λιτρα κιβώτια.
Επίσης, υποχώρησε κατά 50% ο κύκλος εργασιών στις εταιρείες παραγωγής και εισαγωγής. Η πτώση των πωλήσεων μείωσε τη συνολική συμβολή του κλάδου στο 1,5 δισ. ευρώ το 2016, ενώ περίπου 40.000 θέσεις εργασίας χάθηκαν την περίοδο 2009-2016 λόγω της πτώσης της αγοράς αλκοολούχων.