Creta Farm: Αύξηση των εσόδων από τα νέα προϊόντα.
Την ετήσια οικονομική έκθεση ανακοίνωσε η γνωστή βιομηχανία Creta Farm, γνωστοποιώντας παράλληλα ότι η εταιρεία θα προβεί στις απαραίτητες ενέργειες, ώστε να αρθούν οι λόγοι που οδήγησαν στην αναστολή διαπραγμάτευσης των μετοχών της.
Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση, «ο όμιλος, διατηρώντας την ηγετική θέση στον κλάδο των αλλαντικών, με μερίδιο αγοράς που ξεπερνά το 26%, συνεχίζει την επιτυχημένη και ανοδική πορεία του, η οποία επιβεβαιώνεται από την αύξηση των πωλήσεων οι οποίες ανήλθαν στα 117,8 εκατ. ευρώ, εμφανίζοντας αύξηση 9%, σε σχέση με τη χρήση 2017, παρά το γεγονός ότι η αγορά των αλλαντικών κινήθηκε με αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης σε αξία πωλήσεων, σημειώνοντας πτώση κατά 2%, σε σχέση με το 2017. Τα αντίστοιχα μεγέθη για τη μητρική εταιρεία ανήλθαν στα 117,2 εκατ. ευρώ, τη χρήση του 2018 έναντι 107,6 εκατ. ευρώ, την αντίστοιχη χρήση του 2017, ήτοι αυξημένα κατά 8,9%».
Το αναπροσαρμοσμένο αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων, αποσβέσεων, επενδυτικών αποτελεσμάτων, αποσβέσεων και απομειώσεων συμμετοχών, (EBITDA) ανήλθε στα 13,5 εκατ. ευρώ για την εταιρεία, ήτοι 11,5% επί των πωλήσεων και 5,8 εκατ. ευρώ για τον όμιλο.
Όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση, «η εταιρεία, λαμβάνοντας ουσιαστικές επιχειρηματικές αποφάσεις, προχώρησε σε απομείωση συμμετοχών και απαιτήσεων που αφορά τις θυγατρικές ΦΑΡΜΑ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ και Creta Farms USA, LLC, στο πλαίσιο στρατηγικού ανασχεδιασμού, που στόχο έχει τη μεγιστοποίηση της αξίας του ομίλου. Ειδικότερα, η εταιρεία προέβη, εντός της χρήσης 2018, στην πώληση ακινήτων της θυγατρικής ΦΑΡΜΑ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΑΕ. Συνέπεια αυτού, υπήρξε απομείωση του συνόλου των απαιτήσεων και του ποσού επένδυσης στη θυγατρική αυτή».
«Όσον αφορά τις εμπορικές δραστηριότητες της εταιρείας, τα αλλαντικά συνεχίζουν να είναι η βασική πηγή δραστηριοτήτων και εσόδων, αλλά, μέσα στη χρήση, η εταιρεία εισήγαγε επιτυχημένα δύο νέα προϊόντα (Κρέας Εν Ελλάδι, Αλλαντικά ΧΩΡΙΣ), τα οποία απέφεραν θετικά αποτελέσματα, ενδυνάμωσαν τη θέση της εταιρείας σε υπάρχουσες και νέες αγορές και συνεισέφεραν πωλήσεις».