Ένα μίνι μάρκετ απέναντι σε μια υπεραγορά γνωστής «αλυσίδας» έχει καταφέρει να ανταπεξέλθει στον ανταγωνισμό, με έμφαση στην ποικιλία, την ποιότητα και τη διαφορετικότητα των προϊόντων του, παραμένοντας «ζωντανό» στην αγορά για πάνω από 15 χρόνια.
Του Βάιου Τασούλα
Tο μίνι μάρκετ επί της οδού Αττικής στο Κορωπί έχει καταφέρει να αντισταθεί σε τρεις μεγάλες «αλυσίδες» σούπερ μάρκετ που βρέθηκαν απέναντί του, λίγα μόλις χρόνια μετά τα δικά του εγκαίνια. Ξεκίνησε από ένα μικρό κατάστημα και, με μικρά «βήματα» και παρά τον έντονο ανταγωνισμό, συνεχίζει εδώ και σχεδόν 16 χρόνια να προσφέρει μεροκάματο στους ιδιοκτήτες του, αλλά και στους δύο υπαλλήλους του, μέσα από τη σωστή εξυπηρέτηση των πελατών του. Η κα Παναγιώτα Κουλούρη κι ο σύζυγός της έκαναν μεγάλες προσπάθειες για να μπορέσουν να αναπτύξουν το κατάστημά τους και, έχοντας κατορθώσει πια να εδραιωθούν στην αγορά, μίλησαν στο περιοδικό «Mini Market & Μικρή Λιανική» για τον τρόπο με τον οποίο κατάφεραν να ανταπεξέρθουν στον ανταγωνισμό.
«Πάνω από όλα η ποιότητα»
Αμφότεροι τόνισαν στο περιοδικό μας ότι ο σημαντικότερος λόγος της επιτυχίας του μίνι μάρκετ είναι η ποιότητα των προϊόντων του. «Ξεκινήσαμε με τα απολύτως απαραίτητα κι αρχίσαμε να ενισχύουμε τα ράφια μας, με βάση ό,τι ζητούσαν οι πελάτες μας. Θέλαμε όχι απλώς να τους καλύψουμε μία ανάγκη, αλλά να τους εξυπηρετήσουμε πραγματικά και φυσικά να τους κρατήσουμε ως πελάτες στο μαγαζί. Για το λόγο αυτό, μέχρι και σήμερα, δίνουμε μεγάλη σημασία στην ποιότητα και δοκιμάζουμε όλα τα προϊόντα που φέρνουμε στο μαγαζί μας και προτείνουμε στους πελάτες μας», υποστήριξε η κα Κουλούρη, για να επιβεβαιωθεί λίγα λεπτά αργότερα ο λόγος της σε συναλλαγή με πελάτη. Όταν εκείνος ζήτησε μία σοκολάτα, η ίδια του είπε «πάρε αυτή, είναι μαύρη, αλλά δεν πικρίζει», πείθοντάς τον για την αγορά.
«Μάθαμε τους πελάτες να μας εμπιστεύονται»
Αυτή φαίνεται ότι είναι γενικότερα η τακτική των ιδιοκτητών του συγκεκριμένου μίνι μάρκετ. «Ουσιαστικά, μάθαμε τους πελάτες να μας εμπιστεύονται. Όταν θα πω σε κάποιον “πάρε αυτό“, ξέρει ότι θα σκεφτώ πρώτα εκείνον και μετά εμένα και το μαγαζί. Πολλά από τα προϊόντα μας δεν τα γνωρίζανε, γιατί έχουμε δεκάδες ετικέτες no name, που δεν τις παίζει δηλαδή εκεί (σ.σ. έδειξε την τηλεόραση), τις οποίες κι έπρεπε εμείς να προτείνουμε στον καταναλωτή. Αλλά, αν η ποιότητα δεν ήταν η σωστή, θα χάναμε και τον πελάτη. Έπρεπε, έτσι, να είμαστε σίγουροι για τα προϊόντα που φέρναμε στο μίνι μάρκετ», μας εξήγησε.
«Επιλεγμένα προϊόντα από όλη την Ελλάδα»
Το μίνι μάρκετ επί της οδού Αττικής στο Κορωπί έχει πραγματικά τα… πάντα. Η γκάμα των προϊόντων του είναι τεράστια, με πολλά χύμα προϊόντα, αλλά κι αρκετές άγνωστες ετικέτες. «Είναι προϊόντα που εμείς οι ίδιοι δοκιμάσαμε κι επιλέξαμε για το κατάστημά μας. Πηγαίναμε εξ αρχής σε όλες τις Εκθέσεις Τροφίμων, ψάχνοντας για παραγωγούς από όλη την Ελλάδα, που θα είχαν διαφορετικά προϊόντα και, κυρίως, ποιοτικά. Προϊόντα που θα τα προτείναμε στους πελάτες μας και μετά θα έρχονταν εδώ, για να τα ξαναβρούν και να τα ξαναπάρουν», υπογράμμισε η κα Κουλούρη, την ώρα που ο σύζυγός της μας χαιρέτησε, για να πάει να συναντήσει έναν παραγωγό με πορτοκάλια, τα οποία «έγιναν ανάρπαστα τον χειμώνα και δεν θα τα βρεις αλλού», όπως μας είπε φεύγοντας.
«Επιλέγοντας ποιοτικά προϊόντα από μικρούς παραγωγούς, μάθαμε τους πελάτες μας να προτιμούν τα “no name”, γιατί αλλιώς, αν δεν τα έπαιζε η τηλεόραση, δύσκολα τα αγόραζαν».
Η «μάχη» με τα μεγάλα σούπερ μάρκετ
Όπως σημειώσαμε εξ αρχής, το εν λόγω μίνι μάρκετ βρίσκεται απέναντι από ένα υπέρ–μάρκετ της γνωστής «αλυσίδας» ΑΒ Βασιλόπουλος, οπότε ο ανταγωνισμός είναι σίγουρα μεγάλος. «Και πριν από αυτό υπήρχε Μαρινόπουλος και νωρίτερα Ατλάντικ. Ουσιαστικά, 1–2 χρόνια αφού ανοίξαμε, είχαμε απέναντι σούπερ μάρκετ. Αλλά, νομίζω ότι στην πραγματικότητα δεν είμαστε ανταγωνιστές, γιατί έχουμε… διαφορετικά προϊόντα. Σίγουρα έχουμε κι εμείς κάποιες βασικές μάρκες, αλλά ο περισσότερος κόσμος έρχεται εδώ, γιατί ξέρει ότι θα βρει και πιο ποιοτικά προϊόντα από Έλληνες παραγωγούς. Θα τα πληρώσει μάλιστα πιο ακριβά, γιατί πιο ακριβά τα αγοράζουμε κι εμείς, όμως θα μείνει ικανοποιημένος από την ποιότητα και θα ξανάρθει», ανέφερε η κα Κουλούρη, εξηγώντας πώς κατάφερε να επιβιώσει το κατάστημα κόντρα στον ανταγωνισμό.
Κορυφαία προϊόντα και μαναβική
Σήμερα στο κατάστημα μπορεί να βρει κανείς από τσιγάρα, μέχρι χύμα ρύζι, φρούτα και λαχανικά, ή και γαλακτοκομικά από την επαρχία. Τι φεύγει περισσότερο; «Όλα έχουν κίνηση, αλλιώς θα είχαμε σταματήσει και κάποια από αυτά. Αλλά, φυσικά, οι πελάτες μας προτιμούν τους μικρούς παραγωγούς που τους προτείνουμε. Εμείς τους λέμε, ουσιαστικά, ποιο γάλα να δοκιμάσουν, ποιο γιαούρτι, ποιο ρύζι κτλ. Τα όσπριά μας ειδικά είναι καταπληκτικά. Έχουμε, επίσης, πολύ καλούς ξηρούς καρπούς –το καρύδι μας είναι φοβερό. Ακόμα, τα παξιμάδια μας, οι ελιές κι όλα τα γαλακτοκομικά είναι κορυφαία προϊόντα για εμάς. Και, φυσικά, τα φρούτα και τα λαχανικά μας».
Η μαναβική στο κατάστημα ξεκίνησε πριν από λίγα χρόνια, αλλά φαίνεται ότι έχει δώσει νέα ώθηση στο συγκεκριμένο μίνι μάρκετ. «Είχαμε από την αρχή πατάτες και κρεμμύδια, αλλά, όταν έκλεισε ένα μανάβικο που υπήρχε δίπλα, φέραμε θυμάμαι μαρούλια και κάτι ωραία κεράσια που είχαμε βρει κι εξαφανίστηκαν πολύ γρήγορα. Έτσι, πήραμε την απόφαση να προσθέσουμε και το μανάβικο», τόνισαν στο περιοδικό μας.
«Δυστυχώς, η πληρωμή με κάρτα έχει γίνει μόδα. Και δίνεται ακόμη και για αγορές 3 ή 4 ευρώ, με αποτέλεσμα εμείς να μπαίνουμε μέσα».
«Μόδα το ηλεκτρονικό τσιγάρο και το POS»
Το κατάστημα δέχεται πληρωμές με κάρτα, όπως είναι υποχρεωμένο πια, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν το αντιμετωπίζει ως πρόβλημα, όπως και όλα τα μίνι μάρκετ της χώρας. «Δυστυχώς, η πληρωμή με κάρτα έχει γίνει μόδα. Και, δυστυχώς, κανένας δεν σκέφτεται πόσο μεγάλο πρόβλημα είναι για εμάς, καθώς, ειδικά όσον αφορά τα τσιγάρα, είμαστε αναγκασμένοι πια πολλές φορές να μην έχουμε πάντα όλες τις μάρκες, γιατί το κόστος είναι τεράστιο. Μπαίνουμε μέσα και το ξέρουν κι οι ίδιες οι εταιρείες. Προφανώς, βέβαια, κι ο πελάτης θα πληρώσει με κάρτα, όταν το ποσό είναι μεγάλο, αλλά πληρώνει με κάρτα και όταν είναι 3 ή 4 ευρώ κι ενώ πολλές φορές βλέπω ότι έχει τα λεφτά στο πορτοφόλι. Τότε, εντάξει, τι να πούμε. Αλλά, νομίζω ότι έχει γίνει μόδα, όπως όλα στην Ελλάδα. Εμείς το είδαμε και με το ηλεκτρονικό τσιγάρο. Στην αρχή πουλούσαμε 15 το μήνα, με 90 ευρώ, μάλιστα, αλλά στη συνέχεια όλοι τα παράτησαν», ισχυρίστηκε η κα Κουλούρη. Μας είπε μάλιστα ότι, όταν ο σύζυγός της δέχθηκε την κάρτα από μία πελάτισσα, αλλά της εξήγησε το πρόβλημα με την προμήθεια, εκείνη έκανε καταγγελία κατά του καταστήματος…