Κίνδυνος από “κρυμμένο” μικρόβιο στα αλλαντικά. 

Τους κινδύνους που κρύβει η παρουσία του παθογόνου μικροβίου Listeria monocytogenes σε μη προσυσκευασμένα προϊόντα κρέατος θερμικής επεξεργασίας υπέδειξε σχετική έρευνα του Ενιαίου Φορέα Ελέγχου Τροφίμων (ΕΦΕΤ) και του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Πιο αναλυτικά, τα προϊόντα αυτά, όπως είναι οι φέτες από καπνιστό ή βραστό ζαμπόν, η καπνιστή ή βραστή γαλοπούλα, το καπνιστό ή βραστό κοτόπουλο, η πάριζα και μορταδέλα, κόβονται στα μηχανήματα κοπής των σούπερ μάρκετ, παρουσία του πελάτη. Παράγοντες που σχετίζονται με τον κίνδυνο λιστερίωσης έχουν να κάνουν με το χειρισμό, τη διατήρηση και το χρόνο κατανάλωσης αυτών των προϊόντων.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας:

  • Τα ελληνικά νοικοκυριά ανέφεραν ότι αγοράζουν και καταναλώνουν κυρίως: καπνιστή γαλοπούλα, βραστή γαλοπούλα και πάριζα κατά αύξουσα σειρά.
  • Τα περισσότερα νοικοκυριά δεν έχουν ένδειξη θερμοκρασίας στο ψυγείο τους.
  • Η πλειοψηφία τοποθετεί τα προϊόντα αυτά σε καλά κλεισμένα τάπερ, ελαχιστοποιώντας έτσι τον κίνδυνο διασταυρούμενης μόλυνσης με άλλα τρόφιμα.
  • Η πλειοψηφία των νοικοκυριών συνήθως δεν διατηρεί τα προϊόντα αυτά στο ψυγείο για περισσότερο από μία εβδομάδα.
  • Μόνο το 50% των συμμετεχόντων νοικοκυριών έχουν ακούσει για το παθογόνο μικρόβιο Listeria monocytogenes και οι γνώσεις τους ως προς τις τροφές που μπορούν να υποστηρίξουν την ανάπτυξη του μικροβίου αυτού και να αυξηθεί ο κίνδυνος λιστερίωσης ήταν ελλιπείς.

Βασισμένος στα αποτελέσματα της μελέτης αυτής, ο ΕΦΕΤ συστήνει στους καταναλωτές: Θερμοκρασία ψυγείου <5°C, τακτικό καθαρισμό του ψυγείου, διατήρηση των μη-προσυσκευασμένων αλλαντικών για δύο εβδομάδες μετά την αγορά, καλό πλύσιμο των χεριών και σκευών με σαπούνι, πριν και μετά το χειρισμό των προϊόντων αυτών, τοποθέτηση των προϊόντων αυτών σε καθαρά και καλά σφραγισμένα δοχεία καθώς και αποφυγή επαφής τους με άλλα προϊόντα όπως μαλακά τυριά (π.χ. φέτα, μυζήθρα).