Συρρικνώνεται το εισόδημα των καταναλωτών εξαιτίας των αυξήσεων σε ενέργεια και τρόφιμα, σύμφωνα με το Βαρόμετρο του Εμποροβιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης (ΕΒΕΘ) για το δεύτερο εξάμηνο του 2022.
Αναλυτικά, το 30% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι καλύπτουν ανάγκες διαβίωσης σε βάρος των αποταμιεύσεών τους ή μέσω δανεισμού, ενώ μειώθηκε στο 15% -από 18% το πρώτο εξάμηνο του 2022 και 27% τον Σεπτέμβριο του 2021- το ποσοστό των νοικοκυριών που ανέφεραν ότι έχουν τη δυνατότητα να αποταμιεύσουν πολύ ή λίγο.
Οι καταναλωτές, με βάση τα ευρήματα της έρευνας αναμένουν ακόμα μεγαλύτερη αύξηση τιμών στο επόμενο διάστημα, με το 40% να τονίζει ότι οι αυξήσεις σε προϊόντα και ενέργεια «ήρθαν για να μείνουν και θα έχουν μόνιμο χαρακτήρα». Στον αντίποδα, το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνει αδυναμία αποπληρωμής των λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος και θέρμανσης μειώθηκε από το 25% τον Μάρτιο του 2022, στο 15% και 19% αντίστοιχα σήμερα, αν και το 65% και 59% αντίστοιχα, αναφέρει δυσκολία στην αποπληρωμή τους.
Από τα ευρήματα της έρευνας προκύπτει επίσης ότι επτά στους δέκα έχουν περιορίσει δαπάνες για ψυχαγωγία και ταξίδια, ενώ δύο στους τρεις φαίνεται να περιόρισαν τις δαπάνες για ένδυση και υπόδηση και ένα στους δύο ακόμα και αυτές των βασικών καταναλωτικών αγαθών, όπως τα τρόφιμα.
Ειδικά για το θέμα της θέρμανσης, δύο στα τρία νοικοκυριά περίπου, δηλώνουν ότι χρησιμοποιούν κυρίως φυσικό αέριο για την θέρμανση της κατοικίας τους, έναντι 15% που χρησιμοποιούν πετρέλαιο και 9% συσκευές ρεύματος (κλιματιστικά, ηλεκτρικά σώματα, θερμοσυσσωρευτές κτλ).
Οι καταναλωτές του νομού Θεσσαλονίκης, δηλώνουν μεταξύ άλλων σε ποσοστό 64% απαισιόδοξοι για την περαιτέρω εξέλιξη της οικονομικής τους κατάστασης, ενώ σε ό,τι αφορά τις τιμές καταναλωτή, το 4% αναφέρει ότι αυξήθηκαν «λίγο», το 37% «αρκετά» και το 57% «πολύ», με ποσοστό 82% να εκτιμά ότι στο επόμενο 12μηνο θα αυξηθούν με μικρότερο (13%), παρόμοιο (34%) ή μεγαλύτερο (35%) ρυθμό, σε σχέση με το προηγούμενο διάστημα.
Επτά στους 10 καταναλωτές στον νομό Θεσσαλονίκης, δηλώνουν ότι, σε σχέση με την περίοδο πριν την αύξηση τιμών στα προϊόντα, αγοράζουν πλέον κυρίως προϊόντα σε προσφορά, ενώ το 44% προμηθεύονται πλέον μικρότερες ποσότητες προϊόντων, το 42% επιλέγουν καταστήματα/super market με τις χαμηλότερες τιμές, το 35% αγοράζουν προϊόντα από διαφορετικά καταστήματα/super market για να πετύχουν τη μικρότερη δυνατή δαπάνη και το 31% αγοράζουν πλέον κυρίως προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας.