Για το αυξημένο κόστος ζωής προβληματίζονται οι Έλληνες καταναλωτές, σύμφωνα με έρευνα της ΕΥ Ελλάδος. 

Συγκεκριμένα, η EY Future Consumer Index παρακολουθεί πέντε βασικές τυπολογίες καταναλωτών, με βάση τις κυρίαρχες ανησυχίες και προτεραιότητές τους. Σταθερά στην πρώτη θέση, στην Ελλάδα, αλλά και παγκοσμίως, βρίσκονται εκείνοι που έχουν ως βασικό κριτήριο την προσιτότητα των προϊόντων (Affordability First – 33%), με οριακά αυξημένο μερίδιο σε σχέση με πέρσι (31%). Αισθητά ενισχυμένη (22%, από 18% το 2023) και στη δεύτερη θέση φέτος, είναι η ομάδα των καταναλωτών που ανησυχούν για την υγεία τους (Health First). Ένας στους τέσσερις φέρεται να προτεραιοποιεί το περιβάλλον και τον πλανήτη κατά τις αγοραστικές του αποφάσεις (Planet First – 21%), ενώ 12% προβληματίζονται για τον κοινωνικό αντίκτυπο των επιλογών τους (Society First). Τέλος, πολύ μειωμένο εμφανίζεται το ποσοστό των καταναλωτών που αναζητούν κυρίως εμπειρίες (Experience First – 12%, από 20% πέρυσι).

Όπως και πέρυσι, τα τρία ζητήματα που απασχολούν περισσότερο τους Έλληνες καταναλωτές (επιλογή «με απασχολεί πάρα πολύ»), είναι το αυξημένο κόστος ζωής (69%), τα προσωπικά τους οικονομικά (63%) και η οικονομία της χώρας (47%). Σε ένα περιβάλλον αυξημένης πίεσης στα συστήματα υγείας παγκοσμίως, οι καταναλωτές προβληματίζονται, επίσης, για την ψυχική (41%) και τη σωματική τους υγεία (39%).

Οι εμπειρίες των τελευταίων ετών, σε συνδυασμό με την ευαισθητοποίηση για το περιβάλλον, οδηγούν σε πιο συγκρατημένες καταναλωτικές συμπεριφορές: σημαντικά ποσοστά καταναλωτών προσπαθούν να μην πετούν φαγητό (94%), δεν αισθάνονται την ανάγκη να ακολουθούν τις τελευταίες τάσεις της μόδας (68%) ή προτιμούν να επιδιορθώσουν κάτι αντί να το αντικαταστήσουν (65%). Ακόμη, τρεις στους πέντε καταναλωτές (60%) ανέφεραν ότι ξοδεύουν λιγότερα χρήματα σε προϊόντα και είδη που δεν είναι πρώτης ανάγκης, και ένας στους δύο (50%) ότι αγοράζει μόνο τα απαραίτητα.

Η διείσδυση των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας (privatelabel) αυξάνεται, αν και παραμένει αισθητά χαμηλότερη σε σύγκριση με τον υπόλοιπο κόσμο. Συνολικά, ένας στους δύο έχει αλλάξει τις μάρκες που αγοράζει ή αγοράζει περισσότερα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας. Η πρόθεση αγοράς τους, ωστόσο, επικεντρώνεται, κυρίως, στα είδη φροντίδας σπιτιού και νοικοκυριού (66%).

Ταυτόχρονα, η σχέση των καταναλωτών με τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας μεταβάλλεται, καθώς δεν αντιμετωπίζονται, πλέον, απλώς ως φθηνότερη εναλλακτική λύση, αλλά ως «ισότιμα» προϊόντα. Σημαντικές μερίδες καταναλωτών θεωρούν ότι τα privatelabel προϊόντα ικανοποιούν εξίσου καλά τις ανάγκες τους με τα επώνυμα προϊόντα (60%) και ότι έχουν όλο και καλύτερη ποιότητα (54%).