Σύμφωνα με πρόσφατο ρεπορτάζ του MEGA, παραμένει αδιευκρίνιστο γιατί το ελαιόλαδο, ενώ πωλείται από τους παραγωγούς σε χαμηλές τιμές, φτάνει στα ράφια των σούπερ μάρκετ σε πολύ υψηλότερες τιμές. Συγκεκριμένα, οι παραγωγοί φέτος πληρώνονται από 4,50 έως 5,70 ευρώ το λίτρο, ενώ οι καταναλωτές το βρίσκουν στα ράφια με τιμές που κυμαίνονται από 11,90 έως 15,50 ευρώ το λίτρο. Την περασμένη χρονιά, οι τιμές στο ράφι έφταναν ακόμη και τα 17 ευρώ.
 

Αυτό συμβαίνει γιατί το ελαιόλαδο διανύει μια σύνθετη πορεία μέχρι να φτάσει στον καταναλωτή, περνώντας από πολλούς μεσάζοντες. Ξεκινά από τον παραγωγό και καταλήγει σε ελαιοτριβεία, χονδρεμπόρους, τυποποιητές, μεταφορείς και τελικά στα σούπερ μάρκετ, με καθέναν από αυτούς να προσθέτει το δικό του περιθώριο κέρδους.

Επιπλέον, η ύπαρξη αποθεμάτων από πέρυσι, όταν οι τιμές παραγωγού ήταν αρκετά υψηλότερες (9-10 ευρώ το λίτρο), επιβαρύνει την αγορά. Οι εταιρείες που έχουν κρατήσει αυτά τα αποθέματα διατηρούν τις τιμές στα ύψη για να μην υποστούν ζημίες.

Η κατανάλωση ελαιόλαδου από μια τετραμελή οικογένεια στην Ελλάδα εκτιμάται σε 51-68 λίτρα ετησίως (περίπου 3-4 τενεκέδες των 17 λίτρων). Αν προμηθευτούν το λάδι απευθείας από εμπόρους σε μέση τιμή 9 ευρώ το λίτρο, το ετήσιο κόστος κυμαίνεται από 460 έως 612 ευρώ. Αν, όμως, αγοράσουν από σούπερ μάρκετ, με μέση τιμή 14 ευρώ το λίτρο, το κόστος εκτοξεύεται στα 714-952 ευρώ.

Παρά τη φετινή καλή σοδειά, που εκτιμάται στους 250.000 τόνους, οι παραγωγοί αναγκάζονται να πωλούν σε χαμηλές τιμές λόγω του αυξημένου κόστους παραγωγής, όπως μεροκάματα (έως 80 ευρώ), λιπάσματα και ενέργεια. Ωστόσο, τα υπερκέρδη που αποκομίζουν οι ενδιάμεσοι εμπορικοί κρίκοι είναι ένας από τους βασικούς λόγους για τη μεγάλη διαφορά τιμής από το χωράφι στο ράφι.