Αυξάνονται τα φαινόμενα φτώχειας στην Ελλάδα.
Σκληρά εργαζόμενοι είναι οι Έλληνες, καθώς εργάζονται περισσότερο από τους Ευρωπαίους, και έχουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα στα 67 έτη, τόσο για άνδρες, όσο και για γυναίκες, σύμφωνα με σχετική έρευνα του Ελληνικού Δικτύου για την Καταπολέμηση της Φτώχειας. Από τα μέσα του 2012 ως το 2019 οι μισθοί παρέμειναν στάσιμοι.
Πιο αναλυτικά, το 31,3% των Ελλήνων βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας με στοιχεία του 2018, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό το 2005 ήταν 19,6%. Συγκεκριμένα η Ελλάδα έχασε το 25% του ΑΕΠ της κατά τη διάρκεια της κρίσης, πολύ μακριά από οποιαδήποτε χώρα της ΕΕ.
Οι νέοι που εργάζονται, αλλά παραμένουν φτωχοί, είναι σε όλη την Ευρώπη, και στην Ελλάδα, η μοναδική ηλικιακή ομάδα με αυξητική τάση. Η Ελλάδα, όμως είναι η πρώτη χώρα στην ΕΕ, όπου οι νέοι, αφ’ότου τελειώσουν τις σπουδές ή την εκπαίδευσή τους δεν εργάζονται (ποσοστό 50,5%).
Έρευνα του ΣΕΠΕ του 2019 αναφέρει, ότι οι καταναλωτές δαπανούν το 44% του εισοδήματός τους για λογαριασμούς και φόρους και το 14% για ενοίκια. Παράλληλα, το 10% του πληθυσμού ξοδεύει περισσότερο από το 100% του εισοδήματός του, δηλαδή πρακτικά δανείζεται.
Σύμφωνα με τη EUROSTAT το 35,6% των ελληνικών νοικοκυριών αδυνατεί να πληρώσει τους λογαριασμούς, ενώ το 39,6% δεν μπορεί να συντηρήσει το σπίτι του, είτε είναι ενοικιαζόμενο, είτε ιδιόκτητο. Η αύξηση των τιμών των κατοικιών κατά 7,4% το 2019, ακολουθούμενη από μεγαλύτερη αύξηση των ενοικίων, αναμένεται να ενισχύσει τα φαινόμενα φτώχειας.