Η γενιά καθορίζει τις αγορές
Δύο διαφορετικές κατηγορίες καταναλωτών έχουν αρχίσει να εμφανίζονται σε όλο τον κόσμο, όπως προκύπτει από τις αγορές τους στα παντοπωλεία. Από τη μία έχουμε τους λεγόμενους boomers, δηλαδή τους ηλικιωμένους αγοραστές, οι οποίοι και επικεντρώνονται περισσότερο στα συστατικά που πρέπει να αποφεύγουν και ενισχύουν κατηγορίες όπως τα προϊόντα χωρίς ζάχαρη και χωρίς αλάτι ή εκείνα που σχετίζονται με την υγεία της καρδιάς, με ένδειξη «χαμηλή χοληστερόλη» και «υγιή καρδιά». Από την άλλη, οι νεότεροι αγοραστές, περίπου σε διπλάσιο ποσοστό, δείχνουν ενδιαφέρον για προϊόντα φυτικής προέλευσης, χωρίς αλλεργιογόνα. Επίσης, οι νεότεροι καταναλωτές της ομάδας των millennials αναζητούν εταιρείες με υψηλό αίσθημα κοινωνικής ευθύνης και πρακτικές φιλικές προς το περιβάλλον. Τα ενδιαφέροντα των διαφορετικών ηλικιακών ομάδων μπορούν να βοηθήσουν τη μικρή λιανική και τα διάφορα brands να ικανοποιήσουν στοχευμένα τις ανάγκες του καταναλωτικού κοινού. Ανάλογα δηλαδή με τους πελάτες στους οποίους απευθύνονται, μπορούν να διαμορφώσουν αντίστοιχα και τα προϊόντα τους, και κατ’ επέκταση τα ράφια τους, γιατί τα στοιχεία δείχνουν ότι οι νεότερες γενιές προτιμούν διαφορετικά προϊόντα και έχουν άλλα κριτήρια σε σχέση με τις μεγαλύτερες ηλικίες.
Τα τυποποιημένα αρτοσκευάσματα αναμένεται να αυξήσουν τις πωλήσεις τους το 2023 και να φτάσουν τα 66,5 δισεκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως μέχρι το 2032.
Αυξημένη ζήτηση για προϊόντα πρωτεΐνης
Η παγκόσμια διατροφή έχει αλλάξει σε πολύ μεγάλο βαθμό τα τελευταία χρόνια, με τις τάσεις να έρχονται και στην Ελλάδα, διαμορφώνοντας σχετικά τις προτιμήσεις των Ελλήνων καταναλωτών και ως εκ τούτου τα ράφια των σούπερ και μίνι μάρκετ. Προϊόντα με λιγότερες θερμίδες, χωρίς γλουτένη και χωρίς ζάχαρη είναι η νέα πραγματικότητα και στην ελληνική αγορά, ενώ η vegan τάση θεωρείται η πλέον ανερχόμενη για τα επόμενα χρόνια. Εξίσου σημαντική, όμως, φαίνεται ότι είναι και η ζήτηση για προϊόντα πρωτεΐνης, με αποτέλεσμα πολλές μεγάλες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην ελληνική αγορά να έχουν «στραφεί» προς τη συγκεκριμένη κατηγορία. Ανάμεσά τους, φυσικά, βρίσκονται οι παραδοσιακές «δυνάμεις» της αγοράς, που θεωρούνται μεγάλοι «παίκτες» γενικότερα στον κλάδο των τροφίμων και των ποτών.
H Δέλτα είναι μία από αυτές που έχουν επενδύσει αρκετά σε αυτόν τον τομέα, τόσο με τα γιαούρτια vitaline όσο και μέσα από το διάσημο brand του Milko. Επίσης, η εταιρεία Βιολάντα, με την τεράστια ανάπτυξη των τελευταίων χρόνων στα μπισκότα, έχει παρουσιάσει ολόκληρες σειρές βασισμένες στην πρωτεΐνη. Άνοιγμα στη νέα αγορά έκανε και η γνωστή γαλακτοβιομηχανία Ήπειρος με τις Ζεμύθα Protein Bars, ενώ μία από τις πρώτες εταιρείες που πρόσθεσε προϊόντα πρωτεΐνης στο χαρτοφυλάκιό της ήταν η ιστορική σοκολατοποιία ΙΟΝ. Ακόμη, η Μεβγάλ και η Arla Foods είναι μεταξύ των «μεγάλων ονομάτων» που βρίσκει κανείς σήμερα να δραστηριοποιούνται στον τομέα των προϊόντων πρωτεΐνης.
Η δίαιτα χαμηλών υδατανθράκων και η φυτική διατροφή κερδίζουν όλο και περισσότερους καταναλωτές που αναζητούν σχετικά προϊόντα στα ράφια.
Εκτινάσσονται οι πωλήσεις στα τυποποιημένα αρτοσκευάσματα
Ευοίωνες είναι επίσης οι προβλέψεις για τα τυποποιημένα αρτοσκευάσματα. Σε αντίθεση με το ψωμί του φούρνου, τα τυποποιημένα αρτοσκευάσματα έχουν το μεγάλο πλεονέκτημα ότι αντέχουν περισσότερο και αποθηκεύονται εύκολα, αφού η συσκευασία τα προφυλάσσει, ενισχύοντας το αίσθημα ασφάλειας του καταναλωτή. Η πανδημία έχει αφήσει κατάλοιπα που εξακολουθούν να επηρεάζουν σημαντικά την τελική επιλογή του πελάτη, ο οποίος επιθυμεί να αγοράζει προϊόντα που μπορεί να αποθηκεύσει στο ντουλάπι ή ακόμα και στην κατάψυξη για καιρό.
Τα κατεψυγμένα αρτοσκευάσματα, όπως είναι οι πίτες για σουβλάκι, τα ψωμάκια για σάντουιτς και οι έτοιμες βάσεις για πίτσα, αποτελούν κωδικούς που προτίμησε το καταναλωτικό κοινό εν μέσω υγειονομικής κρίσης, διότι αποτελούν εύκολες λύσεις που διατηρούνται με ασφάλεια για μεγάλο χρονικό διάστημα. Σύμφωνα με το Future Market Insights, η αγορά του τυποποιημένου ψωμιού, το οποίο αποτελεί και τον «βασιλιά» των αρτοσκευασμάτων, αναμένεται να αγγίξει τα 66,5 δισεκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως μέχρι το 2032.
Απόηχος της παραπάνω τάσης είναι και η έμφαση που δίνεται στη συσκευασία των αρτοσκευασμάτων και των μπισκότων. Οι σύγχρονοι καταναλωτές αναμένουν από τις βιομηχανίες τροφίμων «έξυπνες» συσκευασίες, που διατηρούν την ποιότητα του ψωμιού, της φρυγανιάς ή οποιουδήποτε άλλου προϊόντος αγοράζουν για την κάλυψη των αναγκών του νοικοκυριού, τη στιγμή που το άρωμα και η γεύση τους παραμένουν αναλλοίωτα. Παράλληλα, μια ακόμα αλλαγή που οφείλεται στους millennials είναι η προτίμηση για μικρότερες ποσότητες συσκευασμένου ψωμιού, που μπορούν να καταναλώσουν σε 1-2 μέρες, χωρίς να κάνουν εκπτώσεις στην ποιότητα.
Μεγαλώνει η γκάμα των vegan προϊόντων
Αρκετοί vegan κωδικοί έχουν πάρει θέση πλέον και στα ράφια της μικρής λιανικής, καθώς πρόκειται για μια τάση που, όπως όλα δείχνουν, θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην αγορά τις επόμενες δεκαετίες. Τα plant based προϊόντα παρουσιάζουν αυξημένη ζήτηση, καθώς το ποσοστό των καταναλωτών που μειώνει το κρέας από τη διατροφή του ακολουθεί ανοδική πορεία σε παγκόσμιο επίπεδο. Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία της αγοράς, οι εταιρείες vegan κρέατος στην Ισπανία είχαν κύκλο εργασιών 86,5 εκατομμύρια ευρώ το 2020, δηλαδή αύξηση 31% σε σύγκριση με το 2019. Τα σούπερ μάρκετ ήδη έχουν επενδύσει σε αυτή την αλλαγή στις καταναλωτικές συνήθειες. Αλυσίδες όπως η ALDI επεκτείνουν συνεχώς την γκάμα των vegan προϊόντων, ενώ η Lidl κυκλοφόρησε τη δική της συνταγή «κρέας που δεν είναι κρέας» της μάρκας Next Level Meat.
Η γκάμα των vegan προϊόντων μεγαλώνει πια σταθερά σε διάφορες προϊοντικές κατηγορίες, αφού δεν περιορίζεται μόνο στο κανάλι των τροφίμων. Δεν είναι λίγες οι εταιρείες που παράγουν προϊόντα περιποίησης και ατομικής υγιεινής που έχουν λανσάρει vegan κωδικούς. Ειδικά στην κατηγορία της περιποίησης μαλλιών, πλέον κυκλοφορούν αρκετά σαμπουάν και conditioner που βασίζονται σε βότανα κι απευθύνονται στους ακόλουθους του βιγκανισμού. Ως εκ τούτου, είναι αναρίθμητοι πλέον στην ελληνική αγορά οι vegan κωδικοί που θα μπορούσαν να τοποθετηθούν και στα ράφια των μίνι μάρκετ, αποτελώντας μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για τον επαγγελματία της μικρής λιανικής να κερδίσει αυτή τη νέα γενιά καταναλωτών.