Έρευνα ΙΕΛΚΑ Ελαφρώς αυξημένη εμφανίζεται η δαπάνη ανά νοικοκυριό για τρόφιμα, ποτά κι άλλα σχετικά είδη, με το μίνι μάρκετ και τη μικρή λιανική να αποτελούν σημαντικό «κανάλι», αφού συνολικά το 43% της αγοράς του λιανεμπορίου τροφίμων πραγματοποιείται εκτός αλυσίδων σουπερμάρκετ, σύμφωνα με τη σχετική έρευνα του ΙΕΛΚΑ.
Της Ελένης Σαραντάκη
Πάνω από 365 ευρώ τον μήνα «χαλάνε» οι Έλληνες
Η «δυναμική» των σούπερ μάρκετ στην Ελλάδα έχει αρχίσει να αυξάνεται και πάλι, μετά τις «πιέσεις» που δέχτηκε εν μέσω οικονομικής κρίσης, με τις πωλήσεις τους να εμφανίζονται ξανά ενισχυμένες σε νέα μελέτη του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ), με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Οι μεγάλες αλυσίδες της χώρας αναπροσαρμόστηκαν μετά την πτώχευση μεγάλων παικτών της εγχώριας αγοράς και, με μία σειρά από συγχωνεύσεις κι εξαγορές, φαίνεται ότι έχει δημιουργηθεί ένα πιο υγιές τοπίο, που ευνοεί την επιστροφή τους σε θετική οικονομική τροχιά. Την ίδια ώρα, όμως, ο τομέας του μίνι μάρκετ και της μικρής λιανικής παραμένει ένα ιδιαίτερα ανταγωνιστικό «κανάλι» στην Ελλάδα, με τους τζίρους να εμφανίζονται μεν μειωμένοι, αλλά σε πολύ υψηλότερα επίπεδα απ’ ό,τι σε πολλές μεγάλες χώρες του εξωτερικού, ειδικά σε ό,τι αφορά τα είδη παντοπωλείου.
Τζίρος 8 δισ. ευρώ εκτός σουπερμάρκετ
Σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΕΛΚΑ, η συνολική δαπάνη σε είδη παντοπωλείου στη χώρα έμεινε σχεδόν αμετάβλητη, με ελάχιστη μεταβολή κατά 0,10%, στα 17,81 δισ. ευρώ, λόγω της μείωσης που παρουσίασε ο αριθμός των νοικοκυριών. Με δεδομένο, λοιπόν, ότι οι αλυσίδες σουπερμάρκετ πραγματοποιούν πωλήσεις συνολικά περί τα 10 δισ. ευρώ (πηγή: Πανόραμα των Αλυσίδων Σουπερμάρκετ 2019), εκτιμάται ότι τουλάχιστον το 43% της αγοράς του λιανεμπορίου τροφίμων πραγματοποιείται εκτός αλυσίδων σουπερμάρκετ (καθώς οι πωλήσεις των σουπερμάρκετ περιλαμβάνουν και είδη εκτός των ειδών παντοπωλείου). Το 57% είναι από τα χαμηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη, όπου το επίπεδο του μεριδίου αγοράς των αλυσίδων σουπερμάρκετ κυμαίνεται στο 70-80% της συνολικής αγοράς.
Σημαντικές μεταβολές καταγράφονται στις δαπάνες παντοπωλείου και ανά γεωγραφική επιλογή, με τη Δυτική Μακεδονία και τη Στερεά Ελλάδα να εμφανίζουν αύξηση της τάξης του 20%
Θα πρέπει, όμως, να σημειωθεί ότι τα τελευταία χρόνια, όλα δείχνουν ότι κι η Ελλάδα κινείται προς την προσέγγιση των ευρωπαϊκών μέσων όρων. Χαρακτηριστικό είναι ότι σύμφωνα με τα στοιχεία του δείκτη κύκλου εργασιών στο λιανικό εμπόριο, τα μεγάλα καταστήματα τροφίμων (σουπερμάρκετ) παρουσιάζουν αύξηση το 2018 κατά 3,55% σε σχέση με το 2017, ενώ τα υπόλοιπα καταστήματα τροφίμων-ποτών-καπνού παρουσιάζουν την ίδια περίοδο μείωση κατά 2,19%.
Στα 363,53 ευρώ η μηνιαία δαπάνη κάθε νοικοκυριού
Η μελέτη του ΙΕΛΚΑ κατέγραψε, όμως, και τις αλλαγές τις οποίες διέρχονται οι καταναλωτικές τάσεις των Ελλήνων, όσον αφορά τα είδη παντοπωλείου, αναλύοντας τους οικογενειακούς λογαριασμούς που παρέχονται από την ΕΛΣΤΑΤ για τα έτη 2017 και 2018. Με βάση τα παραπάνω, λοιπόν, η δαπάνη ανά νοικοκυριό σε είδη παντοπωλείου διαμορφώθηκε το 2018 στα 366,67 ευρώ, αυξημένη κατά 0,86% σε σχέση με έναν χρόνο νωρίτερα. Πρόκειται για προϊόντα που περιλαμβάνονται στις κατηγορίες τρόφιμα, ποτά, είδη για το σπίτι, είδη προσωπικής περιποίησης και, όπως είδαμε παραπάνω, το 43% εξ αυτών αγοράζονται από καταστήματα της μικρής λιανικής. Το νούμερο αυτό δε της μηνιαίας δαπάνης «μεταφράζεται» σε μία συνολική ετήσια δαπάνη σε είδη παντοπωλείου, της τάξης των 17, 81 δισεκατομμυρίων ευρώ το 2018, με τη μεταβολή του σε σύγκριση με έναν χρόνο νωρίτερα να είναι ελάχιστα αυξημένη, κατά 0,10%.
Μεγάλη αύξηση στα φρούτα και τα ροφήματα
Από εκεί και πέρα, η μελέτη ανέδειξε και κάποια επιμέρους στοιχεία για τις δαπάνες των ελληνικών νοικοκυριών, καθώς φαίνεται ότι υπάρχουν μεγάλες διακυμάνσεις ανά προϊοντική κατηγορία. Συγκεκριμένα, μείωση παρουσίασε η δαπάνη σε έλαια και λίπη (-0,87%), σε οινοπνευματώδη ποτά (-1,08%) και σε γαλακτοκομικά και αυγά (-1,68%), ενώ οι υπόλοιπες γενικές κατηγορίες παρουσίασαν αύξηση. Η μεγαλύτερη εξ αυτών καταγράφεται στα φρούτα (+5,21%) κι ακολουθούν τα είδη ατομικού ευπρεπισμού (+2,50%) και τα μη οινοπνευματώδη ποτά (+2,43%).
Οι μεταβολές αυτές, μάλιστα, φαίνεται να σχετίζονται σε ελάχιστο βαθμό με την εξέλιξη των τιμών των εκάστοτε προϊόντων, καθώς ο δείκτης τιμών καταναλωτή της ΕΛΣΤΑΤ για τα τρόφιμα και μη αλκοολούχα ποτά παρουσιάζει ελάχιστη αύξηση το 2018, κατά 0,40%, σε σχέση με το 2017, ενώ και οι επιμέρους δείκτες έχουν μικρότερες μεταβολές. Π.χ. ο αντίστοιχος δείκτης τιμών για τα φρούτα παρουσιάζει αύξηση κατά 1,64%, ενώ οι αγορές φρούτων αυξήθηκαν κατά 5,21%. Οι διαφοροποιήσεις μπορούν επομένως να αποδοθούν σε εναλλακτικές επιλογές των καταναλωτών, σε επιλογή διαφορετικού μείγματος προϊόντων, ακόμα και σε διαφοροποίηση στις διατροφικές συνήθειες.
Μεταβολές στις δαπάνες ανά περιοχή
Σημαντικές διαφοροποιήσεις καταγράφονται, όμως, και στις δαπάνες των νοικοκυριών ανά Περιφέρεια, με τα είδη παντοπωλείου να αγοράζονται λιγότερο στα Ιόνια Νησιά (-11,87%), την Πελοπόννησο (-12,15%) και την Ήπειρο (-8,92%), ενώ ανοδική είναι η πορεία τους το 2018 στη Δυτική Μακεδονία (+21,93%), τη Στερεά Ελλάδα (+19,35%) και το Βόρειο Αιγαίο (+10,43%). Στις δύο πρώτες, μάλιστα, υπάρχει αύξηση τόσο στη δαπάνη ανά νοικοκυριό, όσο και αύξηση των νοικοκυριών κατά 11,50% και 5,21% αντίστοιχα, κάτι που οδηγεί σε συνολική αύξηση της δαπάνης.
Παρ’ όλα αυτά, η Αττική εξακολουθεί να είναι η περιοχή με τη μεγαλύτερη δαπάνη, καθώς σε αυτή οφείλονται τα 7,78 δισεκατομμύρια ευρώ και ποσοστό 43,66% επί του συνόλου.
Ακολουθεί η Κεντρική Μακεδονία με 2,77 δισ. ευρώ και 15,56% και η Θεσσαλία με 1,02 δισ. ευρώ και ποσοστό 5,73%. Τη μικρότερη δαπάνη παρά τη σημαντική αύξηση έχει η περιφέρεια Βορείου Αιγαίου, με 243,56 εκατ. ευρώ και ποσοστό 1,37%. Παράγοντες όπως η γήρανση του πληθυσμού, η μετανάστευση, οι τουριστικές δραστηριότητες Airbnb και διάφορα άλλα επηρεάζουν τόσο το ύψος της δαπάνης, όσο και τη σύνθεσή της σε διαφορετικές περιοχές, εξ ου κι οι μεγάλες μεταβολές ανά την Ελλάδα.
Σε τρόφιμα και ποτά το 41% του εισοδήματος των Ελλήνων
Στο ίδιο πλαίσιο κινείται κι η πρόσφατη έρευνα καταναλωτικού κλίματος από τον Σύνδεσμο Επιχειρήσεων και Λιανικής Πωλήσεως Ελλάδος, καθώς σημειώνει ότι το 41% του ελληνικού… πορτοφολιού καταλήγει σε είδη παντοπωλείου και συγκεκριμένα στα τρόφιμα και τα ποτά. Γενικότερα, τα στοιχεία του ΣΕΛΠΕ καταγράφουν την οικονομική πίεση που αντιμετωπίζει το ελληνικό καταναλωτικό κοινό, με το 74% να ξοδεύει πάνω από το 80% του διαθέσιμου εισοδήματός του σε μηνιαία βάση, ενώ το 10% ξοδεύει πάνω από 100%, πρακτικά δηλαδή δανείζεται με κάποιον τρόπο, για να καλύψει τις ανάγκες του. Από εκεί και πέρα, οι δαπάνες για τους μηνιαίους λογαριασμούς ανέρχονται στο 25% του εισοδήματος, όσο είναι κι οι δαπάνες για αγορές προϊόντων. Οι φόροι ακολουθούν με 19% κι οι υπηρεσίες με 15%.
Αθροιστικά, οι πάγιες δαπάνες σε λογαριασμούς και φόρους ανέρχονται κατ’ εκτίμηση στο 44% του διαθέσιμου εισοδήματος. Ενώ η τάση και στις δύο αυτές κατηγορίες δαπανών είναι αυξητική, όπως καταγράφεται στον δείκτη τάσης μεταβολής δαπανών, έναντι των δαπανών σε αγορές προϊόντων και υπηρεσίες, για τις οποίες η τάση είναι αρνητική. Όσον αφορά δε την κατανομή των λιανικών αγορών στις παραπάνω δαπάνες, η κύρια κατηγορία αγορών είναι τα τρόφιμα και ποτά με ποσοστό 41%. Ακολουθεί η εστίαση με 12%, τα είδη ρουχισμού με 10% και τα φάρμακα με 8%. Έπιπλα και παιχνίδια-είδη δώρων έχουν τα χαμηλότερα ποσοστά με 3%. Έρευνα ΙΕΛΚΑ