Χαμηλές τιμές και ελληνικά προϊόντα ψάχνουν οι καταναλωτές

Σημαντικές είναι οι αλλαγές και στις καταναλωτικές συνήθειες στην Ελλάδα, καθώς η ραγδαία αύξηση των τιμών έχει συρρικνώσει το διαθέσιμο εισόδημα και έχει επηρεάσει την αγοραστική συμπεριφορά των Ελλήνων. Πρόσφατη έρευνα του ΟΠΑ μάλιστα έδειξε ότι λίγοι είναι αυτοί που επισκέπτονται σταθερά ένα κατάστημα για τις αγορές τους, αφού η πλειονότητα μετακινείται σε διαφορετικά σούπερ και μίνι μάρκετ, αναζητώντας προσφορές. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο το 30,3% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι ψωνίζει σταθερά σε ένα σούπερ μάρκετ. Το ποσοστό των πιστών πελατών μειώθηκε αισθητά από 47,9% που ήταν πέρυσι, καθώς οι καταναλωτές αναζητούν πιο ενεργά καλύτερες τιμές σε περισσότερα καταστήματα.

Μάλιστα, σχεδόν το 70% των καταναλωτών χρησιμοποιούν περισσότερα από ένα σούπερ μάρκετ για τις αγορές τους και το 93,1% των ερωτηθέντων χρησιμοποιεί μέχρι 3 διαφορετικά καταστήματα. Η συχνότητα αγορών στις αλυσίδες σούπερ μάρκετ έχει μέση τιμή 6,3 φορές τον μήνα, σημειώνοντας μικρή μείωση από 7 φορές τον μήνα που ήταν πέρυσι. Οι περισσότεροι καταναλωτές δηλώνουν ότι ψωνίζουν 4 φορές μηνιαίως, ενώ το 84,3% των ερωτηθέντων ψωνίζει μέχρι 8 φορές μηνιαίως. Αναφορικά με την επιλογή προϊόντων στα σούπερ μάρκετ, βασικά κριτήρια αποτελούν η ποιότητα, η τιμή, οι προσφορές και η ελληνική προέλευση. Μάλιστα, το 79% των ερωτηθέντων απάντησε ότι όταν βρίσκει στο σούπερ μάρκετ ελληνικά προϊόντα, τα προτιμά από τα εισαγωγής. Σημειώνεται ότι το 69,5% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι υπάρχει στροφή των καταναλωτών στα προϊόντα ελληνικής παραγωγής, το 90,8% δηλώνει ότι θέλει να αναγράφεται στη συσκευασία ότι ένα προϊόν είναι ελληνικής παραγωγής, το 61,3% πιστεύει ότι τα ελληνικά προϊόντα έχουν καλύτερη ασφάλεια και ποιότητα, το 88,5% πιστεύει ότι προτιμώντας ελληνικά προϊόντα στηρίζει την παραγωγή της χώρας, ενώ ποσοστό 76,2% πιστεύει ότι προτιμώντας ελληνικά προϊόντα, βοηθά στη μείωση της ανεργίας.

Οι προκλήσεις για τους επαγγελματίες

Οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν μια «τριπλή παγίδα», με τις μειωμένες πωλήσεις, το αυξημένο λειτουργικό κόστος και το εύθραυστο χρέος να αποτελούν τα μεγαλύτερα προβλήματα για την ανάπτυξή τους και το 2023. Αυτό προκύπτει από την Ετήσια Έκθεση Ελληνικού Εμπορίου 2022 της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας, ενώ, όπως σημειώνεται, αν και αυξάνεται το μέσο μέγεθος της εμπορικής επιχείρησης, βασική πηγή χρηματοδότησης εξακολουθούν να είναι τα ίδια κεφάλαια και μάλιστα σε ισχυρότερο βαθμό σε σχέση με το 2021 (81,8%). Σημαντική είναι και η αύξηση της χρηματοδότησης από τα προσωπικά κεφάλαια του ιδιοκτήτη που καταγράφεται σε σχέση με πέρυσι. Στις βασικές διαπιστώσεις της έκθεσης σχετικά με το οικονομικό και επιχειρηματικό περιβάλλον αναφέρεται ότι ο κύκλος εργασιών του εμπορίου υπερβαίνει τους αντίστοιχους των υπολοίπων δραστηριοτήτων και αναμένεται να ξεπεράσει τα 155 δισ. ευρώ για το 2022, ενώ η δυναμική του Γενικού Δείκτη Κύκλου Εργασιών (ΔΚΕ) στο λιανικό εμπόριο είναι σημαντική, καθώς μεγεθύνθηκε κατά 12,7% για το ενδεκάμηνο του 2022 σε σχέση με το αντίστοιχο του 2021. Ωστόσο, η αύξηση αυτή οφείλεται εν πολλοίς στον πληθωρισμό. Στις μεγαλύτερες αυξήσεις ανά κατηγορία βρίσκονται τα μεγάλα καταστήματα τροφίμων-σούπερ μάρκετ (8,3%), με τα «Καύσιμα και λιπαντικά αυτοκινήτων» να καταγράφουν τη σημαντικότερη άνοδο (29,3%) για το 2022, τα «Έπιπλα – Ηλεκτρικά είδη – οικιακός εξοπλισμός» να βρίσκονται στο 16,1% και με τα «Φαρμακευτικά – καλλυντικά» να ακολουθούν (11,3%). Λόγω του εξαιρετικά υψηλού πληθωρισμού, ο Δείκτης Όγκου (ΔΟ) καταγράφει χαμηλότερη μεγέθυνση σε σχέση με τον ΔΚΕ (3,6% για το ενδεκάμηνο του 2022). Μάλιστα, οι κατηγορίες των τροφίμων καταγράφουν μείωση: «Μεγάλα καταστήματα τροφίμων – σούπερ μάρκετ» -2,2% και «Τρόφιμα – ποτά – καπνός» -1,0%, ενώ ο ΔΚΕ στο χονδρικό εμπόριο καταγράφει σημαντική αύξηση της τάξης του 24,5% για το 9μηνο του 2022.