Τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας ενισχύουν τη θέση τους στο καλάθι μέρα με τη μέρα, αφού ο περιορισμός του διαθέσιμο εισοδήματος, η ακρίβεια στα είδη πρώτης ανάγκης και η εκτόξευση των τιμών στην ενέργεια έχει δώσει νέα δυναμική στην κατηγορία.
Νέα έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών αποκάλυψε πρόσφατα ότι το 31,8% των προϊόντων που αγοράζουν οι καταναλωτές από τα σούπερ μάρκετ είναι ιδιωτικής ετικέτας. Το συγκεκριμένο ποσοστό αποτελεί το υψηλότερο που έχει καταγραφεί τα τελευταία χρόνια στο πλαίσιο της έρευνας. Στο θέμα της τιμής, η συντριπτική πλειοψηφία του δείγματος 86,4% (από 72,9% πέρυσι) θεωρεί ότι τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας έχουν καλύτερη τιμή.
Σημαντικό εύρημα της έρευνας είναι ότι το 31,6% (31,2% πέρυσι) των ερωτηθέντων πιστεύει ότι είναι προϊόντα χειρότερης ποιότητας και το 57,5% (52,5% πέρυσι) ίδιας ποιότητας, ενώ το 10,9% (16,3% πέρυσι) τα θεωρεί ανώτερης ποιότητας από τις μάρκες των κατασκευαστών. Το 44,8% (38,9% πέρυσι) του δείγματος βρίσκει τις συσκευασίες των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας χειρότερες, το 10,8% (11,4% πέρυσι) καλύτερες και το 44,4% (49,7% πέρυσι) εφάμιλλες με εκείνες των καθιερωμένων μαρκών. Σε ερώτηση σφαιρικής αξιολόγησης των προϊόντων, το 29,4% (28,6% πέρυσι) των ερωτηθέντων θεωρεί τις ιδιωτικές ετικέτες χειρότερες, το 11,5% (15,9% πέρυσι) καλύτερες, ενώ το 59,1% (55,8% πέρυσι) τις θεωρεί ίδιες με τις μάρκες των γνωστών κατασκευαστών. Αναφορικά με τον βαθμό ικανοποίησης του καταναλωτή από τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, δυσαρεστημένοι δήλωσαν το 4,9% (5,3% πέρυσι), ικανοποιημένοι το 63,1% (56,8% πέρυσι), ενώ ούτε ικανοποιημένοι και ούτε δυσαρεστημένοι είναι το 32% (37,9 πέρυσι) του δείγματος.
Σύμφωνα με τον κ. Γεώργιο Μπάλτα, καθηγητή του Τμήματος Μάρκετινγκ & Επικοινωνίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Διευθυντή Μεταπτυχιακών Σπουδών στην τρέχουσα χρονική περίοδο, η ιδιωτική ετικέτα αναμένεται να ενισχυθεί σημαντικά τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς από την οικονομική πίεση που ασκείται στους καταναλωτές, εξαιτίας της ενεργειακής και πληθωριστικής κρίσης. «Οι καταναλωτές αναζητούν οικονομικότερες αγοραστικές επιλογές και η συμπεριφορά τους ενισχύει το μερίδιο αγοράς των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, στον βαθμό που αυτά συνεχίζουν να προσφέρονται σε αισθητά χαμηλότερες τιμές και δεν απειλούνται από δυνατές προωθητικές ενέργειες του ανταγωνισμού» σημειώνει ο κ. Μπάλτας.
Ο ίδιος επισημαίνει ότι διεθνείς επιστημονικές έρευνες έχουν δείξει ότι «η γενικότερη ισχύς των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας επηρεάζεται αρκετά από μακροοικονομικούς παράγοντες. Το συνολικό μερίδιο αγοράς της ιδιωτικής ετικέτας τείνει να αυξάνεται όταν επιδεινώνονται οι οικονομικές συνθήκες, καθώς οι καταναλωτές στρέφονται σε προϊόντα χαμηλότερης τιμής, εξαιτίας της μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος τους. Επομένως, σε μία κατηγορία προϊόντων, η ιδιωτική ετικέτα θα κερδίζει πωλήσεις που θα αποσπά από τον ανταγωνισμό, εφόσον όμως προσφέρει στους καταναλωτές κωδικούς χαμηλότερου κόστους». Προσθέτει μάλιστα ότι «η ισχύς των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας εξαρτάται επίσης από τον βαθμό συγκέντρωσης του λιανικού εμπορίου σε μία χώρα. O υψηλός βαθμός συγκέντρωσης και η διαμόρφωση ολιγοπωλιακών συνθηκών στο λιανικό εμπόριο προάγουν την ιδιωτική ετικέτα, καθώς οι εμπορικές αλυσίδες της χώρας είναι λιγότερες, μεγαλύτερες και ισχυρότερες».
Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, σύμφωνα με όσα αναφέρει ο κ. Μπάλτας, το μερίδιο αξίας πωλήσεων (μερίδιο τζίρου) των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας είναι αισθητά μεγαλύτερο από το μερίδιο που έχουν στην Ελλάδα. Για παράδειγμα, με βάση στοιχεία του έτους 2021, το μερίδιο αξίας της ιδιωτικής ετικέτας στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι 42,1%, στην Ελβετία 51,9%, στην Ισπανία 41,6% και στην Ολλανδία 43,8%.