Σημαντικές αλλαγές στη διατροφή των Ελλήνων τη τελευταία δεκαετία όσον αφορά τις δαπάνες και τη κατανάλωση καταδεικνύει έρευνα του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ).
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ανάλυσης η κατά κεφαλήν δαπάνη σε είδη παντοπωλείου διαμορφώθηκε το 2022 στα 1.825 ευρώ μειωμένη κατά 5,8% σε σχέση με το 2009, τη χρονιά πριν την έναρξη της πρώτης δημοσιονομικής κρίσης. Σε σχέση με το 2021, η συνολική δαπάνη σε είδη παντοπωλείου αυξήθηκε κατά 3,10% κάτι που αποδίδεται, σύμφωνα με το ΙΕΛΚΑ, στον συνδυασμό των ανατιμήσεων και της μείωσης στον όγκο αγορών των νοικοκυριών. Με βάση τα στοιχεία αυτά εκτιμάται ότι η συνολική δαπάνη των Ελλήνων για είδη παντοπωλείου το 2022 ανέρχεται σε 20,28 δισ. ευρώ (έναντι 22,10 δισ. ευρώ το 2009). Το ποσό αυτό περιλαμβάνει μόνο τη δαπάνη των Ελλήνων καταναλωτών (π.χ. όχι τη δαπάνη μέσω Ho.Re.Ca., τουρισμού, εστίασης κ.ά.) και αφορά μόνο τα είδη παντοπωλείου (π.χ. δεν περιλαμβάνονται λοιπά είδη που βρίσκονται σε καταστήματα σούπερ μάρκετ όπως γραφική ύλη, είδη για κατοικίδια, βρεφικό γάλα, είδη bazaar, καλλυντικά, καπνός κλπ).
Στην έρευνα καταγράφονται οι αλλαγές στην χρηματική δαπάνη κατά κεφαλήν ανά κατηγορία την περίοδο 2009-2022 καθώς επίσης και οι αλλαγές στις ποσότητες που αγοράζονται και καταναλώνονται. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία της μηνιαίας χρηματικής δαπάνης δείχνουν: αύξηση στη δαπάνη των αγορών σε βασικές πηγές υδατανθράκων, ενδεικτικά αύξηση της δαπάνης για ψωμί και είδη αρτοποιίας 12%. Επίσης, δείχνουν μείωση της δαπάνης για πηγές πρωτεΐνης, (ενδεικτικά το μοσχαρίσιο κρέας μείωση 18% και το κρέας από αιγοπρόβατα μείωση 40%), μείωση της δαπάνης σε γαλακτοκομικά (ενδεικτικά το νωπό φρέσκο γάλα με μείωση 30%), μείωση της δαπάνης για ελαιόλαδο 17%, μείωση της δαπάνης για φρούτα 7%, για λαχανικά 43%, αλλά αύξηση στα όσπρια κατά 44% και στους ξηρούς καρπούς κατά 48%. Μείωση καταγράφεται στη δαπάνη για μη αλκοολούχα ποτά κατά 9%, αλλά αύξηση της δαπάνης για αλκοολούχα ποτά κατά 68%.
Ακόμα πιο ενδιαφέροντα είναι τα στοιχεία της μηνιαίας κατανάλωσης σε ποσότητες τα οποία καταγράφουν μεγάλες μεταβολές πλέον σε επίπεδο διατροφής. Συγκεκριμένα, καταγράφεται σταθερή τάση στις κύριες πηγές υδατανθράκων με τη μηνιαία κατανάλωση κατά κεφαλήν σε ψωμί και είδη αρτοποιίας να παρουσιάζει μείωση κατά 6% σε περίπου 4 κιλά μηνιαίως. Επίσης, μείωση στην κατανάλωση των βασικών ζωικών πρωτεϊνών κατά περίπου 16%, με περίπου 1 κιλό λιγότερο κρέας μηνιαίως με εξαίρεση τα πουλερικά τα οποία παρουσιάζουν αύξηση (είναι άλλωστε πιο οικονομική λύση). Αύξηση παρουσιάζουν οι φυτικές πρωτεΐνες και ειδικά τα όσπρια. Την ίδια ώρα, μείωση καταγράφεται στα γαλακτοκομικά και ιδιαίτερα στο φρέσκο γάλα κατά 41% με εξαίρεση το γάλα με χαμηλά λιπαρά και τα αυγά, μείωση στην κατανάλωση ελαιόλαδου κατά περίπου 30%, μείωση στα φρέσκα φρούτα και τα λαχανικά κατά 15% περίπου με μείωση κατά 1 κιλό λιγότερο ανά μήνα τόσο σε φρούτα, όσο και σε λαχανικά, κάτι που όμως εν μέρει αποδίδεται στην σπατάλη τροφίμων της δεκαετίας του 2000. Επίσης, καταγράφεται μείωση για τα μη αλκοολούχα ποτά με περίπου 1 λίτρο λιγότερα αναψυκτικά ανά μήνα κατά κεφαλήν αλλά και αύξηση για τα αλκοολούχα ποτά, κάτι που σχετίζεται όμως με μεγαλύτερη κατανάλωση κατ’ οίκον έναντι με την κατανάλωση σε χώρους εστίασης.
Σε ό,τι αφορά τη μέση τιμή που πληρώνει το καταναλωτής το 2022 σε σχέση με το 2009, όπως προκύπτει από την έρευνα, οι μεγαλύτερες αυξήσεις καταγράφονται στους ξηρούς καρπούς κατά 61%, στα μαρούλια κατά 64% και στον καφέ κατά 54%, ενώ οι μεγαλύτερες μειώσεις καταγράφονται στο συντηρημένο γάλα (-18%), στα μεταλλικά νερά (-30%) και στα πουλερικά (-4%).
Σημειώνεται ότι τα τελευταία χρόνια, η κάλυψη των αναγκών των νοικοκυριών από ίδια παραγωγή, η οποία αφορά κατά κανόνα τις αγροτικές περιοχές, έχει μειωθεί σημαντικά με εξαίρεση μεμονωμένα προϊόντα και κυρίως το ελαιόλαδο.