Νέες πιέσεις στους καταναλωτές. Ιδιαίτερα οικονομικά δεδομένα δημιουργούνται για μία ακόμη φορά στην ελληνική αγορά, με τους καταναλωτές να είναι αναγκασμένοι να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους και όσον αφορά τα ψώνια τους σε σούπερ και μίνι μάρκετ.
Του Στέλιου Ασλανίδη
Ανατιμήσεις και αύξηση εξόδων επηρεάζουν τις αγορές
Για ένα δύσκολο φθινόπωρο προετοιμάζονται τα ελληνικά νοικοκυριά, καθώς η ενεργειακή κρίση συνεχίζεται και οδηγεί σε νέες ανατιμήσεις φωτιά στα προϊόντα του σούπερ και του μίνι μάρκετ, επηρεάζοντας την καταναλωτική δύναμη των Ελλήνων. Υπό το φόβο της επιδείνωσης της ενεργειακής κρίσης αλλά και ενός νέου κύματος ανατιμήσεων σε είδη ευρείας κατανάλωσης, μία μεγάλη μερίδα καταναλωτών στη χώρα μας αλλάζει την αγοραστική του συμπεριφορά. Οι Έλληνες αναζητούν τρόπους για να περιορίσουν, στο μέτρο του εφικτού, τις επιπτώσεις του πληθωρισμού και της ακρίβειας στην καθημερινότητά τους συγκρίνοντας τιμές, ψωνίζοντας online και δοκιμάζοντας εναλλακτικές επιλογές. Σύμφωνα δε με τον κ. Γεώργιο Μπάλτα, καθηγητή του Τμήματος Μάρκετινγκ & Επικοινωνίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Διευθυντή Μεταπτυχιακών Σπουδών, «οι μεγάλες ανατιμήσεις στα περισσότερα αγαθά και οι αδιανόητες τιμές της ενέργειας χαμηλώνουν το βιοτικό επίπεδο των καταναλωτών».
Το 51% των Ελλήνων δηλώνει ότι αγοράζει μόνο τα απαραίτητα από σούπερ και μίνι μάρκετ.
Εκτιμάται έτσι ότι οι προσεχείς χειμερινοί μήνες θα είναι ακόμα πιο δύσκολοι, καθώς ο οικογενειακός προϋπολογισμός θα επιβαρυνθεί από την αναμενόμενη επιδείνωση της ενεργειακής κρίσης και τον επίμονο πληθωρισμό στα είδη ευρείας κατανάλωσης. Στο πλαίσιο αυτό, οι καταναλωτές προσπαθούν να αντεπεξέλθουν στην ακρίβεια και να περιορίσουν τις δαπάνες στην καθημερινότητά τους.
Ο πληθωρισμός χτυπάει τρόφιμα και καπνό
Ο ετήσιος πληθωρισμός στην ευρωζώνη εκτιμήθηκε στο 9,1% τον Αύγουστο του 2022, από 8,9% τον Ιούλιο σύμφωνα με προκαταρκτική εκτίμηση της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας (Eurostat). Εξετάζοντας τις κύριες συνιστώσες του πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ, η ενέργεια είχε τον υψηλότερο ετήσιο ρυθμό τον Αύγουστο (38,3%, έναντι 39,6% τον Ιούλιο), ακολουθούμενη από τα τρόφιμα, το αλκοόλ και τον καπνό (10,6%, έναντι 9,8% τον Ιούλιο ), τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά (5,0%, έναντι 4,5% τον Ιούλιο) και τις υπηρεσίες (3,8%, έναντι 3,7% τον Ιούλιο).
Στην Ελλάδα, ο ετήσιος πληθωρισμός ήταν μειωμένος κατά 11,1% τον Αύγουστο από 11,3% τον Ιούλιο. Το υψηλότερο επίπεδο πληθωρισμού στην ευρωζώνη κατέγραψαν τον Αύγουστο
η Εσθονία (25,2%), η Λιθουανία (21,1%) και η Λετονία (20,8%). Ακολούθησαν η Ολλανδία (13,6%), η Σλοβακία (13,3%), η Σλοβενία (11,5%) και η Ελλάδα (11,1%). Τον χαμηλότερο πληθωρισμό στην ευρωζώνη κατέγραψε η Γαλλία (6,5%) και ακολουθούν η Μάλτα (7,1%) και η Φινλανδία (7,6%). Στη Γερμανία, ο πληθωρισμός τον Αύγουστο διαμορφώθηκε στο 8,8%, στην Ιταλία στο 9%, στην Ισπανία στο 10,3% και στην Πορτογαλία στο 9,4%.
Περικοπές από τους Έλληνες στα ήδη πρώτης ανάγκης
Την πίεση που ασκεί στην αγοραστική δύναμη αλλά και στην ψυχολογία των Ελλήνων καταναλωτών η σημαντική αύξηση του πληθωρισμού στις παγκόσμιες αγορές, αλλά και τις ανησυχίες που προκαλεί η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία αποτυπώνει και η έρευνα «Future Consumer Index Ελλάδα 2022». Σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία, οι Έλληνες καταναλωτές, έχοντας μόλις αφήσει πίσω τους μια δεκαετή περίοδο δημοσιονομικής προσαρμογής, φαίνεται να βιώνουν έντονα τις οικονομικές επιπτώσεις της παρούσας συγκυρίας.
Μόνο το 17%των Ελλήνων καταναλωτών δηλώνει διατεθειμένο να πληρώσει περισσότερα χρήματα για γνωστά brands εμπιστοσύνης.
Επτά στους δέκα (70% φέτος, από 60% πέρσι) δηλώνουν ότι ξοδεύουν λιγότερα χρήματα σε προϊόντα που δεν είναι πρώτης ανάγκης, ενώ πάνω από τους μισούς καταναλωτές (51% φέτος, από 43% πέρσι) δηλώνουν ότι αγοράζουν μόνο τα απαραίτητα. Σχεδόν στο σύνολο των επιμέρους κατηγοριών προϊόντων, τα ποσοστά όσων δηλώνουν ότι έχουν περιορίσει τις δαπάνες τους εμφανίζονται αυξημένα σε σχέση με το 2021, ενώ το ίδιο ισχύει και για τις εκτιμήσεις σχετικά με την εξέλιξη των δαπανών τους στους επόμενους τέσσερις μήνες. Αντίθετα, οι Έλληνες καταναλωτές εμφανίζονται πιο αισιόδοξοι για το μεσοπρόθεσμο μέλλον, καθώς το ποσοστό όσων προβλέπουν βελτίωση της οικονομικής τους κατάστασης κατά το επόμενο δωδεκάμηνο (29%) συμπίπτει με αυτούς που αναμένουν επιδείνωση.
Απομακρύνονται από τα brands οι καταναλωτές
Η έρευνα «Future Consumer Index Ελλάδα 2022» ανέδειξε επίσης την περαιτέρω αποδυνάμωση της σχέσης του καταναλωτή με τις μάρκες που παρατηρήθηκε στη διάρκεια της πανδημίας. Συγκεκριμένα, το 47% των καταναλωτών δηλώνει ότι η επωνυμία αποτελεί σήμερα λιγότερο σημαντικό κριτήριο κατά τις αγοραστικές τους αποφάσεις, ενώ το 56% των ερωτηθέντων από 41% πριν από έναν χρόνο, αναφέρουν ότι έχουν αλλάξει τα brands που αγοράζουν, είτε για να μειώσουν τα έξοδά τους, είτε γιατί επιλέγουν προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, είτε για να υποστηρίξουν την τοπική οικονομία ή καταστήματα της γειτονιάς τους. Επιπλέον, μόλις 17% των Ελλήνων καταναλωτών δηλώνουν διατεθειμένοι να πληρώσουν περισσότερα για brands που εμπιστεύονται.
Την ίδια ώρα, αλλάζουν δραστικά οι προσδοκίες από τα brands. Οι καταναλωτές δεν απαιτούν πλέον μόνο προσιτή τιμή, καλή ποιότητα και εξυπηρέτηση, αλλά και μία σοβαρή ηθική υπόσταση που θα ακολουθεί τις κοινωνικές επιταγές, μέσα από τον ισχυρό περιβαλλοντικό και κοινωνικό αντίκτυπο της επιχείρησης. Χαρακτηριστικά, 72% των ερωτηθέντων πιστεύουν ότι τα brands πρέπει να συμπεριφέρονται με ηθικό τρόπο και σύμφωνα με τις προσδοκίες της κοινωνίας, ενώ 69% θεωρούν ότι η συμπεριφορά μίας επιχείρησης είναι τόσο σημαντική, όσο και τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που προσφέρει – ευρήματα που δημιουργούν για τις επιχειρήσεις και τα brands νέες ευθύνες και προκλήσεις. Ωστόσο, μόλις 19%, έναντι 38% παγκοσμίως, δηλώνουν ικανοποιημένοι από τις σχετικές δράσεις και πρωτοβουλίες που αναλαμβάνουν οι μάρκες. Επιπλέον, σε μεγάλο ποσοστό, οι καταναλωτές εμφανίζονται έτοιμοι να «τιμωρήσουν» τα brands που δεν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες τους, διακόπτοντας ή μειώνοντας τις αγορές τους ή δημοσιοποιώντας το παράπονό τους.