Λιγότερα χρήματα δαπανούν στα σούπερ και μίνι μάρκετ οι Έλληνες καταναλωτές τα τελευταία χρόνια, για να αγοράσουν είδη παντοπωλείου, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, γεγονός που οφείλεται αφενός στη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος και την υιοθέτηση έξυπνων αγορών των νοικοκυριών και αφετέρου στις αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες.
Πιο συγκεκριμένα, ένα σημαντικό ποσοστό της μείωσης αντιστοιχεί σε μεταβολή καταναλωτικών συνηθειών με την υιοθέτηση έξυπνων αγορών από τους καταναλωτές, όπως αναζήτηση προσφορών, φθηνότερες εναλλακτικές προϊόντων, διαφορετικές συσκευασίες, μείωση της σπατάλης, σύγκριση τιμών, αξιοποίηση προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας κλπ. Κύριος στόχος αυτών των έξυπνων συνηθειών είναι η ικανοποίηση των ίδιων αναγκών με λιγότερα χρήματα. Αντίστοιχα με τις καταναλωτικές συνήθειες η μείωση οφείλεται και σε αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες, π.χ. αύξηση των φυτικών πρωτεϊνών όπως όσπρια, αλλά και των φθηνότερων ζωικών πρωτεϊνών όπως αυγά και πουλερικά, και μείωση των ακριβότερων ζωικών πρωτεϊνών όπως κόκκινο κρέας και ψάρι. Ένα μεγάλο ποσοστό της μείωσης της δαπάνης που παρατηρείται αντιστοιχεί στην επίδραση στην δαπάνη των προσφορών και εκπτώσεων. Οι 9 στους 10 καταναλωτές εξοικονομούν χρήματα μέσω προσφορών και 7 στους 10 τουλάχιστον 5% της αξίας των αγορών τους. Η μεσοσταθμική εξοικονόμηση που καταγράφεται στις ετήσιες έρευνες του ΙΕΛΚΑ κυμαίνεται από 9,5% έως 12.8%. Ένας ακόμα παράγοντας που εξηγεί ένα μέρος της μείωσης (ή αύξησης) της δαπάνης είναι η φορολογία και συγκεκριμένα η αύξηση των συντελεστών ΦΠΑ (ο συντελεστής ΦΠΑ για τα τρόφιμα το 2009 ήταν 9% έναντι 13% και 24% για κάποια είδη το 2016 και για τα λοιπά είδη 19% το 2009 έναντι 24% το 2016). Επίσης συγκεκριμένα είδη έχουν επηρεαστεί από τους Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης με χαρακτηριστική περίπτωση τον καφέ.