Σε “πράσινα αναψυκτικά” “ποντάρουν” οι εγχώριες βιομηχανίες.
O εγχώριος κλάδος των αναψυκτικών χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό συγκέντρωσης και έντονο ανταγωνισμό, καθώς σε αυτόν δραστηριοποιούνται λίγες μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεις, οι οποίες παράγουν ευρέως γνωστά εμπορικά σήματα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Infobank Hellastat. Ωστόσο, υπάρχουν και αρκετές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες διακινούν τα προϊόντα τους κυρίως στις τοπικές αγορές.
Αναλυτικά, τα τελευταία χρόνια, παρατηρείται μία μετατόπιση των καταναλωτικών προτιμήσεων σε πιο υγιεινά προϊόντα, όπως είναι τα light ή zero αναψυκτικά, τα οποία έχουν λιγότερη περιεκτικότητα σε ζάχαρη ή και καθόλου. Αντιθέτως, η κατανάλωση ανθρακούχων προϊόντων και αναψυκτικών με υψηλά ποσοστά ζάχαρης που κυκλοφορούν εδώ και αρκετά χρόνια στην αγορά, σταδιακά περιορίζεται.
Για το λόγο αυτό, οι εγχώριες εταιρείες επενδύουν συνεχώς στην ανάπτυξη «πράσινων», καινοτόμων προϊόντων, ανταποκρινόμενες στις προτιμήσεις των καταναλωτών για πιο υγιεινά αναψυκτικά, ενώ παράλληλα ενισχύουν την εξωστρέφεια και την παρουσία τους στο εξωτερικό. Ακόμη, στην αγορά εισέρχονται και κάποιες εταιρείες που έχουν ως κύρια δραστηριότητα την παραγωγή προϊόντων με στέβια, παράγοντας και αναψυκτικά.
Τέλος, από το 2017 επικρατούν τάσεις ομαλοποίησης στην αγορά, μετά την υποχώρηση των προηγούμενων ετών. Μάλιστα, σε αυτό συνέβαλαν τόσο η επαναλειτουργία του δικτύου της Μαρινόπουλος μετά την εξαγορά της από τη Σκλαβενίτης, όσο και η περαιτέρω αύξηση της τουριστικής κίνησης. Αναλυτικά, σύμφωνα με έρευνα της της IRI Hellas, έως και τον Απρίλιο του 2019, τα επώνυμα αναψυκτικά ενισχύθηκαν κατά 7% σε αξία πωλήσεων και 0,4% σε όγκο. Αντίστοιχα, τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας αυξήθηκαν κατά 10,4% σε αξία και 14,3% σε όγκο πωλήσεων.